Εκουατόρια: ένα κεντροευρωπαϊκό μυθιστόρημα
Το
μυθιστόρημα είναι παιδί της νεωτερικότητας,
τέκνο του ευρωπαϊκού διαφωτισμού.
Γεννιέται μέσα στον 18ο αιώνα, κι από
τότε παρακολουθεί
τις μεταμορφώσεις της συνείδησης, της
ιδεολογίας, της κοινωνικής ζωής και της
ατομικής δράσης αισθητοποιώντας κριτικά
τους μετασχηματισμούς. Το
άτομο έρχεται στο προσκήνιο με τις
περιπέτειές του, τα ταξίδια του, τα
οικονομικά και οικογενειακά προβλήματα,
τα ερωτικά πάθη, τα συναισθήματα, τις
διαστροφές του. Το “εγώ” ενταγμένο σε
μια κοινωνία, που ολοένα μεταβάλλεται,
γίνεται το επίκεντρο του μυθιστορήματος.
«Αναλαμβάνω
κάτι που δεν έχει γίνει ποτέ στο παρελθόν,
ούτε πρόκειται να βρει στο μέλλον
μιμητές. Θέλω να δείξω στους συνανθρώπους
μου έναν άνθρωπο σε όλη του τη φυσική
αλήθεια και ο άνθρωπος αυτός είμαι εγώ.
Μόνον εγώ» (Ρουσσώ, Εξομολογήσεις, 9).
Ταξιδιωτικά,
βιογραφικά, επιστολικά, αυτοβιογραφικά,
ερωτικά μυθιστορήματα και ρεαλιστικές
ηθογραφίες καλύπτουν τον 18ο αιώνα, τον
αιώνα όπου αναδύεται η ατομικότητα σε
όλες της τις εκφάνσεις. Με δυο λόγια το
μυθιστόρημα παρουσιάζει το “επιμέρους”
και το “μεμονωμένο” να διαχέεται και
να καθορίζεται μέσα από μια “μεγάλη
εικόνα” και έτσι εκμεταλλεύεται την
ευρύτερη ανάπτυξη του πλαισίου (κοινωνικού
ή ψυχολογικού) ώστε να γίνεται αδρότερη
η διερεύνηση χαρακτήρων, κινήτρων,
συμπεριφορών, επιλογών και πράξεων. Το
μυθιστόρημα στην εξέλιξή του διαρκώς
αλλάζει μορφές και τρόπους. Είναι
είναι είδος που αντιστέκεται σε κάθε
απόπειρα ακριβούς ορισμού, διότι
«κατασπαράσσει άλλους λογοτεχνικούς
τρόπους και αναμειγνύει τα κομμάτια
τους αδιακρίτως».
Στις
τρεις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα
οι άνθρωποι αλλάζουν την εικόνα που
είχαν για τον εαυτό τους. Η λογική και
η “αντικειμενικότητα” δεν επαρκούν
για την προσέγγιση της νέας πραγματικότητας.
Η Θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν
και η κβαντική θεωρία του Πλανκ κατάφεραν
το δυνατότερο πλήγμα στην πεποίθηση
ότι ο φυσικός κόσμος μπορεί να αναλυθεί
λογικά, ότι το δίπολο αιτία -αποτέλεσμα
μπορεί να ερμηνεύσει τον κόσμο. Οι
άνθρωποι βλέπουν ότι πλάι στο έλλογο
στοιχείο αναδύεται απειλητικά το άλογο,
στο συνειδητό το ασύνειδο, στο απλό το
πολύπλοκο και το χαοτικό. Ο ρεαλισμός
του 19ου αιώνα πλέον δεν επαρκεί· το
μυθιστόρημα στρέφεται προς τον έσω
άνθρωπο, τις πνευματικές και ψυχικές
του διεργασίες. Έτσι αναδύεται ο
μοντερνισμός, ο Τζόυς, ο Προυστ, η
Βιρτζίνια Γουλφ, Ο Κάφκα, ο Πιραντέλο,
ο Αντρέ Ζιντ. Η μυθιστορηματική αφήγηση
αμφισβητεί την ηγεμονία της αιτιολογημένης
εξήγησης πράξεων και συμπεριφορών των
μυθιστορηματικών ηρώων, αδιαφορεί για
την αφήγηση γεγονότων με χρονολογική
σειρά και ενισχύει τη συνειρμική και
μνημονική αφήγηση. Διασπά τα είδη,
δανείζεται τεχνικές από άλλες τέχνες
(κυβισμός, κινηματογραφική σεναριακή
γραφή, μοντάζ κλπ) και ενσωματώνει
αλλότρια κειμενικά είδη (ρεπορτάζ,
ντοκουμέντα, αρχειακές πηγές, συνεντεύξεις,
ειδησεογραφία). Καταργεί
σε κάποιες περιπτώσεις ως και τη
συντακτική δομή του λόγου, υιοθετεί τον
εσωτερικό μονόλογο, τη συνειρμική
σύνδεση εικόνων, την αφαιρετική και
κάποτε ερμητική έκφραση. Εστιάζει
κυρίως στην υποκειμενική πρόσληψη της
εξωτερικής πραγματικότητας κι
ο
αφηγητής αποκτά νέες δικαιοδοσίες γιατί
παρεμβαίνει στην ιστορία που αφηγείται,
και ως επινοητής και ως ρυθμιστής της.
Παράλληλα ο ρόλος του αναγνώστη γίνεται
όλο και πιο σημαντικός, με την έννοια
ότι είναι πλέον “θεμιτή” συγγραφική
επιδίωξη να μένει “ανοιχτός” και
διαθέσιμος ώστε να “σημαίνει” πολλαπλά
το κείμενο που διαβάζει. Έτσι το
μυθιστόρημα μπαίνει σε μια μακρά περίοδο
αναδόμησης (έως και ανατροπής του εαυτού
του) καθώς οι συγγραφείς προσπαθούν να
περιγράψουν ένα νέο κόσμο.
Το
βασικό χαρακτηριστικό του μυθιστορηματικού
είδους είναι η δύναμη να μεταλλάσσεται,
είναι πλέον γραφή η οποία εκκινεί από
την πίστη ότι “η απτή πραγματικότητα
των φαινομένων δεν έχει μία και μοναδική
αιτία – ό,τι υπάρχει μια λεπτοϋφασμένη
ιστορία, που καλό είναι να την βλέπουμε
σε όλη της την πολυπλοκότητα.” (Εκουατόρια
σελ.
21)
Ας
κρατήσουμε αυτή τη σκέψη του Μοδινού
γιατί φανερώνει με τον πλέον καθαρό
τρόπο και τη συγγραφική επιδίωξη στη
σύνθεση της Εκουατόρια.
Η
Εκουατόρια
είναι ένα μυθιστόρημα νεωτερικής γραφής
που
χωνεύει κυριολεκτικά πολλές από τις
μυθιστορηματικές μορφές που μας παρέδωσαν
οι περασμένοι αιώνες. Με βάση λοιπόν
όσα ανέφερα, θα προσπαθήσω να απαντήσω
στο ερώτημα τι είναι η Εκουατόρια
του Μιχάλη Μοδινού προσπαθώντας να
ανιχνεύσω τη μυθιστορηματική κειμενική
της στρωματογραφία.
Η
Εκουατόρια
είναι
μυθιστόρημα
ιστορικό
που χρωστά πολλά στοιχεία της σύνθεσης
στους παλιούς μαστόρους του ιστορικού
μυθιστορήματος. Ήδη ο Μοδινός έχει
δοκιμάσει τον τρόπο στο προηγούμενο
μυθιστόρημά του, τον Μεγάλο
Αμπάι
όπου περιέγραφε τον αγώνα και την αγωνία
του σκωτσέζου εξερευνητή Τζέιμς Μπρους
ο οποίος πίστευε λαθεμένα ότι θα βρει
τις πηγές του ποταμού Νείλου ανεβαίνοντας
τον Γαλάζιο Νείλο. Στην Εκουατόρια
η υπόθεση του έργου εκτυλίσσεται ανάμεσα
στα έτη 1878 -1890 και πάλι σχετίζεται με
την προσπάθεια για την ανακάλυψη των
πηγών του Νείλου τον 19ο αιώνα όταν
κυριάρχησε η άποψη ότι οι πηγές έπρεπε
να αναζητηθούν στο άλλο παρακλάδι, τον
Λευκό Νείλο, ανάμεσα στα Όρη της Σελήνης,
κοντά στον Ισημερινό.
Η
αναζήτηση των πηγών του Νείλου δεν
αφορούσε απλώς την ικανοποίηση της
περιέργειας και της “αίγλης” που θα
πρόσφερε μια τέτοια ανακάλυψη στον
εξερευνητή, ούτε την ικανοποίηση των
επιστημονικών ερωτημάτων που έθεταν
οι γεωγράφοι της Βικτωριανής Ευρώπης.
Πίσω από τις προσπάθειές τους κρύβονταν
και
οι γεωπολιτικές
επιδιώξεις, τα αποικιοκρατικά συμφέροντα
και οι ανταγωνισμοί των Μεγάλων δυνάμεων
στην Αφρική μετά τη διάνοιξη της Διώρυγας
του Σουέζ, όταν χρεωκόπησε η Αίγυπτος.
Ο
σερ Σάμουελ Ουάιτ Μπέικερ, ονομάζεται
πασάς από τις αιγυπτιακές Αρχές και
πηγαίνει στον Νότο για να καταπολεμήσει
το δουλεμπόριο των
Αράβων.
Εκεί, τον Μάιο του 1871, ονομάζει κάποια
εδάφη του Νότιου Σουδάν1
‘Εκουατόρια’. Με ορμητήριο τις ερημωμένες
εγκαταστάσεις μιας παλιάς αυστριακής
ιεραποστολής χτίζει νέα οχυρά, νέες
βάσεις και αρχίζει να εκπληρώνει την
αποστολή του περιβεβλημένος με πλήθος
εξουσιών. Όταν κάποτε θα αποσυρθεί, τη
θέση του παίρνει ο στρατηγός Γκόρντον
που είχε πολεμήσει στην Κριμαία και
μετά ο γερμανός φυσιοδίφης Έντουαρντ
Σνίτσερ, γνωστός και ως Μεχμέτ Εμίν
πασάς2.
Αυτός θα ιδρύσει την επικράτεια της
Εκουατόρια, μια μεγάλη περιοχή νότια
του Σουδάν,
στις
πηγές του Λευκού Νείλου, οραματιζόμενος
μια
νέα
κοινωνία, «ένα υβρίδιο συντήκοντας
ετερογενή υλικά». Αυτόχθονες και ξένοι,
χριστιανοί, μουσουλμάνοι κι ανιμιστές,
με διαφορετικές κουλτούρες καταφέρνουν
να δημιουργήσουν ένα κοινωνικό κράμα,
συμβιώνουν, συγχρωτίζονται, καλύπτουν
τις ανάγκες τους δίνοντας νόημα στην
έννοια της ανεκτικότητας. Πρόκειται
για την πραγμάτωση μιας ουτοπίας:
«Πού
πέφτει αυτή η Εκουατόρια, αλήθεια;
Θα
το δούμε όταν την ιδρύσω»
[…]
«Θα
ιδρύσεις μια επικράτεια, σαν να λέμε…
Ε,
κάτι τέτοιο. Αυτό τουλάχιστον ονειρεύομαι.
Εκεί όπου βρίσκονται οι πηγές.
Ωραίο
ακούγεται. Ένας κόσμος, αναμάρτητος,
χωρίς ιστορικά βαρίδια»
Την
ίδια εποχή αρχίζουν να αναπτύσσονται
στις χώρες της Αφρικής εγχώρια κινήματα
που εμπνέονται από θρησκευτικό κι
εθνικιστικό φανατισμό για να εκφράσουν
την αντίδραση των ντόπιων ενάντια στην
αρπακτική διάθεση και την πλεονεξία
των πολιτισμένων. Όταν οι Σουδανοί
ισλαμιστές ξεκινούν
τζιχάντ ενάντια στην αιγυπτοβρετανική
κυριαρχία με επικεφαλής τον
φανατικό Μάχντι3,
και ιδίως όταν ο Μάχντι κατέλαβε το
Χαρτούμ το 1885 και η αιγυπτιακή διοίκηση
του Σουδάν κατέρρευσε, η ακραία νότια
επαρχία Εκουατόρια έμεινε σχεδόν
αποκομμένη από τον έξω κόσμο. Οι Βρετανοί
ξεσηκώνονται. Εκλαμβάνουν την εξέγερση
του Μάχντι ως πρόκληση στις αξίες των
πολιτισμένων, ως επέλαση της βαρβαρότητας
και του πρωτογονισμού. Η διάσωση των
Ευρωπαίων της Εκουατόρια, που απειλούνται
«από μια ανταριασμένη θάλασσα
βαρβαρότητας», γίνεται πλέον λαϊκή
απαίτηση, ζήτημα γοήτρου για τη Βρετανική
αυτοκρατορία, «ηθικό ζήτημα απέναντι
στη Χριστιανοσύνη και πολιτικό ζήτημα
ως προς την πολιτισμένη διεθνή κοινότητα».
Χρηματοδοτείται μια αποστολή με
επικεφαλής τον διάσημο δημοσιογράφο
και εξερευνητή Χένρι Μόρτον Στάνλεϊ, η
οποία διασχίζει τη λεκάνη του ποταμού
Κόνγκο4
, για να φτάσει μέσα από μύρια βάσανα
στην Εκουατόρια, όπου στις 29 Απριλίου
1888 ο Στάνλεϋ συναντά τον Εμίν πασά και
διαπιστώνει ότι «ούτε ίχνος πάνω του
δεν φανέρωνε κακή υγεία ή άγχος». Μάλιστα
η συνάντηση γιορτάζεται με τρία μπουκάλια
σαμπάνιας. Ο Εμίν πασάς παρέχει τρόφιμα
και άλλες προμήθειες στον Στάνλευ και
διασώζει τους διασώστες του. Ο Εμίν
επιθυμεί
να παραμείνει στην Εκουατόρια, ενώ ο
στόχος του Stanley ήταν να φέρει τον Εμίν
έξω, στον πολιτισμένο κόσμο. Συζητούν
και δεν καταλήγουν. Οι άνθρωποι της
Εκουατόρια δεν
αντιλαμβάνονται για ποιον λόγο έπρεπε
να σωθούν. Ύστερα από διενέξεις και
διαβουλεύσεις, αποφασίζεται, κάτω από
την πίεση του Στάνλεϋ, η έξοδος από την
Εκουατόρια.
Οι
επιζώντες της αποστολής του Στάνλεϋ
και πολλές εκατοντάδες οπαδοί του Εμίν
πασά με τις οικογένειές τους αναχωρούν
στις 10 Απριλίου 1889 για να φτάσουν μετά
από εξοντωτική πορεία, σχεδόν εφτά μήνες
αργότερα, στις ακτές του Ινδικού ωκεανού
στο Bagamoyo
αρχές
του 1890. Ο Εμίν στη συνέχεια εισήλθε στην
υπηρεσία της Γερμανικής Εταιρίας
Ανατολικής Αφρικής και συνόδευσε τον
δόκτωρα Στύλμαν σε μια αποστολή στις
λίμνες στο εσωτερικό. Δολοφονήθηκε από
δύο άραβες δουλέμπορους στο Κογκό στις
23 ή 24 Οκτωβρίου 1892.
Αυτή
η καταγεγραμμένη ιστορική πραγματικότητα
αποτελεί τον καμβά πάνω στον οποίο
στοιχειοθετείται το μυθιστόρημα του
Μοδινού. Μέσα σ’ αυτό το κοινωνικό και
πολιτικό πλαίσιο παρακολουθούμε την
ίδρυση και τη διάλυση της Εκουατόρια:
ο μύθος αποπειράται να ερμηνεύσει την
ανθρώπινη ιστορία.
Στο
πλαίσιο των πραγματικών γεγονότων, ο
Μοδινός στη δική του Εκουατόρια
δημιουργεί ένα μυθιστόρημα
περιπέτειας.
Παρακολουθούμε την προσωπική περιπέτεια
με τα λόγια και τα μάτια του αφηγητή του
ομώνυμου Μιχαήλ Μοδινού του Όθωνος,
ενός μορφωμένου, κοσμοπολίτη βαμβακέμπορου
από την Αλεξάνδρεια ο οποίος έχει εμπλοκή
στη συγκρότηση της Εκουατόρια. Είπαμε
ότι στο μυθιστόρημα επίκεντρο είναι το
άτομο. Ο αφηγητής έχει βαρεθεί την
Αλεξάνδρεια. Εγκαταλείπει τις επιχειρήσεις
του κι έρχεται στη Ζανζιβάρη. Κι εδώ
νιώθει τη ζωή του να λιμνάζει. Το 1879
παίρνει την απόφαση να πάει στην
Εκουατόρια κοντά στον παλιό του φίλο
Εντουαρντ Σνίτσερ, τον Εμίν Πασά, και
συμμετέχει για δέκα χρόνια στο χτίσιμο
μιας νέας κοινωνίας «απαλλαγμένης από
ιστορικά πάθη και έχθρες, από
ανατροφοδοτούμενες προσδοκίες κι από
την αέναη επιδίωξη του διαρκώς καλύτερου,
του επιπλέον και του περιττού».
Ο
συγγραφέας Μοδινός ενσωματώνει στις
αφηγήσεις του αφηγητή όλα τα στοιχεία
που χαρακτηρίζουν το
εξωτικό μυθιστόρημα.
Κι όχι μόνο γιατί αναφέρεται στους
τροπικούς, αλλά γιατί επικεντρώνεται
στην απόγνωση από την εξέλιξη της
προσωπικής ζωής και στη φυγή του ανθρώπου
από τον πολιτισμό προς τον πρωτογονισμό,
ένα κοινό τόπο στα μυθιστορήματα του
είδους. Ο αφηγητής Μιχάλης Μοδινός του
Όθωνος, αποζητά μέσα από την προσωπική
του πορεία την “Ιδέα” της ομορφιάς (με
την πλατωνική σημασία), μόνο που «η
ομορφιά και μόνο αυτή φέρνει τη
μελαγχολία». Κλασική περίπτωση
πεισιθάνατου ρομαντικού. Όμως δεν μένει
στη ρομαντική εκδοχή του “αγνού αγρίου”
ή της “Εδέμ” παρά το γεγονός ότι ο
αφηγητής έχει βιώσει τον ευρωπαϊκό
ρομαντισμό κι έχει δοκιμάσει το θετικισμό
του 19ου αιώνα. Η
στάση του αφηγητή μας
εισάγει
στο
χώρο του
μεταποικιακού,
καθώς
με το λόγο του αναδεικνύει
την απέραντη πολιτισμική ποικιλότητα
και ασκεί κριτική στους Δυτικούς και
τον τρόπο που παρουσίαζαν τους
«απολίτιστους» λαούς προσπαθώντας να
εμπεδώσου την αντίληψη περί υπεροχής
του δυτικού κόσμου για
τον ‘πολιτισμό’,
τη ‘δημοκρατία’ και την
‘ανάπτυξη’. Κι έτσι η Εκουατόρια
μετατρέπεται και σε «σπουδή των
υποδεέστερων» εφόσον αναδεικνύει
παραδειγματικά ερωτήματα σχετικά με
την καταλληλότητα των δυτικών θεωρητικών
μοντέλων κοινωνικής αλλαγής και ανάπτυξης
στους τροπικούς.
Ενσωματώνει
στοιχεία από το κλασικό ταξιδιωτικό
μυθιστόρημα,
και πιο συγκεκριμένα από το μυθιστόρημα
φυγής,
αφού η αφήγηση του Μιχάλη Μοδινού του
Όθωνος παραπέμπει στην επιδίωξη του
ανέφικτου. Μόνο που η επιλογή της
συγκεκριμένης πορείας ζωής, όπως
παρουσιάζεται από τον βιωμένο λόγο του
αφηγητή, λειτουργεί για τον αναγνώστη
ως αποκάλυψη της διαδικασίας σχηματισμού
μιας ταυτότητας και δείχνει πώς μια
συνείδηση (αυτή του Μιχάλη Μοδινού του
Όθωνος) μεταλλάσσεται σταδιακά κι
αναδομείται μέσα από μια αρχική επιλογή
ζωής. Αυτό αποτελεί το βασικό δομικό
στοιχείο απ’ όπου εκκινεί το μυθιστόρημα
το λεγόμενο
της μαθητείας.
Όταν πλέον ο αφηγητής επιστρέψει στη
Ζανζιβάρη, μετά την διάλυση της Εκουατόρια,
συνειδητοποιεί πως είχε ζήσει επί δέκα
χρόνια μια ουτοπία και χρονική και
τοπική. Κατανοεί με τη δυτική του παιδεία
τι σημαίνει πολιτισμός και εκπολιτισμός,
αντιλαμβάνεται τις νομοτέλειες της
εξουσίας, έχει βιώσει την βαρύτητα των
αποφάσεων των ισχυρών, τα ιστορικά πάθη
και τη σχέση τους με το χρόνο, την πηγή
της κοσμοπολίτικης πλήξης του, αναθεωρεί
τον σκεπτικισμό του. Η συμμετοχή του
στο πείραμα της Εκουατόρια λειτουργεί
ως μαθητεία που αναδομεί τη ζωή και την
σκέψη του.
Από
αυτή την οπτική η Εκουατόρια
ακολουθεί την παράδοση του φιλοσοφικού
μυθιστορήματος.
Εύκολα διαβάζει ο αναγνώστης την οφειλή
στον Πλάτωνα και τη βαριά σκιά του στην
οργάνωση της ιδανικής πολιτείας, αλλά
και τις ιδέες του ευρωπαϊκού διαφωτισμού
και συγκεκριμένα του Ζαν Ζακ Ρουσσώ για
την επιστροφή
στη φύση
ο οποίος επεδίωκε όχι να καταργήσει τον
πολιτισμό αλλά να επιβάλλει στον
πολιτισμένο κόσμο μέσα από την επιστροφή
στη φύση, την εδραίωση στις αξίες της
δικαιοσύνης και της ισότητας. Επικεντρώνει
στη θεμελιώδη αντίθεση ανάμεσα στον
πολιτισμό, τον στηριγμένο στον ορθολογισμό
της επιστήμης και στον διακαή πόθο του
ανθρώπου για μια ζωή στηριγμένη σε
διαχρονικές αξίες αποδεκτές από το
φυσικό δίκαιο. Ο Τόμας Μουρ κι ο Φράνσις
Μπέηκον είναι παρόντες με τις δικές
τους ουτοπίες.
Είναι
μυθιστόρημα
οικολογικό
αφού οι τόποι
επικαθορίζουν τη δράση των χαρακτήρων
που
μαθαίνουν μέσα στην ροή της μυθιστορηματικής
δράσης ότι «ο κόσμος δεν κατακτάται.
Επαναμαγεύεται». Και κάτι σπουδαίο:
Μπορεί ο αφηγητής να έχει μαθητεύει σε
πολλούς τόπους αλλά εντέλει ανήκει σε
ένα μόνο τόπο· τον τόπο της μοίρας του
- ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.
Και
ταυτόχρονα είναι
μυθιστόρημα
πολιτικό.
Και μάλιστα αυτό δηλώνεται με τον πλέον
εμφανή τρόπο στο παράθεμα της Σούζαν
Σόνταγκ που
θέτει ο συγγραφέας στην προμετωπίδα
του βιβλίου του:
[…]και
τι νόημα έχει ν’ αφηγούμαστε ιστορίες,
αν όχι για να διεγείρουμε την βαθιά
επιθυμία του καθενός μας για μια αλλιώτικη
ζωή;
Η
Εκουατόρια διαθέτει όλα τα στοιχεία
των
μυθιστορημάτων της πρωτοπορίας.
α)
Πρωτοπρόσωπος ενδοδιηγητικός αφηγητής:
από την αρχή ακούμε τον αφηγητή Μιχαήλ
Μοδινό
του Όθωνος να
μονολογεί αραδιάζοντας αναμνήσεις και
αναστοχασμούς, ύστερες
σκέψεις κι αποτιμήσεις.
β)
Αστάθεια
της ταυτότητας του ήρωα και διάσπαση
της προσωπικότητας του. Ο Μιχαήλ Μοδινού
του Όθωνος είναι άτομο που βρίσκεται
σε κατάσταση εσωτερικής σύγκρουσης,
όπου το συνειδητό παλεύει ενάντια στις
δυνάμεις του ασυνείδητου ή, άλλοτε η
λογική του αντικρούεται από τον
παραλογισμό του εξωτερικού κόσμου.
γ)
Σύντηξη
κειμενικών ειδών: η επιστημονική
συγχωνεύεται με την αφηγηματική γλώσσα,
το δοκίμιο με την ιστοριογραφία, η
ημερολογιακή γραφή
με
το στοχασμό, η μυθοπλασία με τη γεωγραφία,
τα ιστορικά γεγονότα με πληροφορίες
της καθημερινότητας κλπ
δ)
Ενσωμάτωση
ντοκουμέντων όπως συνηθίζεται στο μη
μυθοπλαστικό μυθιστόρημα (nonfiction
novel):
περιλαμβάνει τεκμηριωτική μυθοπλασία,
ενσωματώνει ημερολογιακές καταγραφές,
εικόνες, χάρτες, τεκμήρια υπαρκτά ή
επινοημένα, αρχεία, κειμενικά ίχνη και
παραθέσεις είτε από προσωπικές εμπειρίες
του ίδιου του αφηγητή είτε από μαρτυρίες
και εξομολογήσεις προσώπων φίλα (ή
εχθρικά) κείμενων προς αυτόν.
ε)
Συγκρότηση
μιας εμφανούς διακειμενικότητας που
προκαλεί αναγωγές και συνάφειες όχι
μόνο με τον παρελθόντα χρόνο των γεγονότων
αλλά και με όσα συμβαίνουν στο δικό μας
παρόν.
Εν
τέλει η
Εκουατόρια
είναι
μυθιστόρημα που εμπνέεται αρχικά από
τις μυθιστορηματικές μορφές του
εγκυκλοπαιδισμού. Είναι ταυτόχρονα
ιστορικό, μυθιστόρημα περιπέτειας,
εξωτικό που ξανοίγεται στη μεταποικιακή
θεωρία, είναι ταξιδιωτικό που ενεργοποιεί
τη φυγή από τον πολιτισμό ως αφορμή
μαθητείας και επανακαθορισμού της
ταυτότητας και του νοήματος της ζωής
του αφηγητή, είναι φιλοσοφικό, πολιτικό
και οικολογικό μυθιστόρημα που ενεργοποιεί
όλες τις προηγούμενες οφειλές σε μια
γραφή που έδειξαν τα μυθιστορήματα της
πρωτοπορίας.
Ο
«Ροβινσών Κρούσσος» του Ντεφόου, οι
«Εξομολογήσεις» του Ρουσώ, το «Μόμπι
Ντικ» του Μέλβιλ, τα έργα του Φλομπέρ,
ο «Οδυσσέας» του Τζόυς, ο «Παρασκευάς»
του Μισέλ Τουρνιέ, η «H καρδιά του σκότους»
του Κόνραντ, το «Φως τον Αύγουστο» του
Φόκνερ, το «Homo Faber» του Μαξ Φρις είναι
παρόντα ως διαρκής αφομοιωμένες επιρροές
που καθορίζουν τη μορφή και τη
θεματική της Εκουατόρια.
Τελικά
με δυο λόγια, η Εκουατόρια
του Μιχάλη Μοδινού
είναι ένα κεντροευρωπαϊκό
μυθιστόρημα γραμμένο από έναν Έλληνα.
ΘΩΜΑΣ ΨύΡΡΑΣ
Λάρισα 5.4.2017
1
Το Σουδάν αποτελούσε από το 1821 κτήση
της Αιγύπτου, που με τη σειρά της
μετατράπηκε το 1882 σε αποικία της
Βρετανικής Αυτοκρατορίας με «συγκυρίαρχο»
την Οθωμανική.
2
Έντουαρντ Σνίτσερ (Edward Schnitzer) γνωστός
με το ψευδώνυμο Μεχμέτ Εμίν πασάς, στα
αραβικά Muhammad
al-Αmin
(Σιλεσία 1840 – Κονγκό 1892). Εργάστηκε ως
γιατρός του οθωμανικού στρατού. Ασπάστηκε
τον ισλαμισμό. Στη συνέχεια τέθηκε στην
υπηρεσία των Άγγλων στις επιχειρήσεις
τους εναντίον του Σουδάν. Συνεργάστηκε
στενά με τον στρατηγό Γκόρντον και
διηύθυνε τις υγειονομικές υπηρεσίες
του Σουδάν. Διορίστηκε διοικητής της
Ισημερινής επαρχίας. Δολοφονήθηκε
από δουλεμπόρους, οι οποίοι έτρεφαν
μίσος εναντίον του επειδή ήταν κατά
της δουλείας και αγωνιζόταν για την
υλική και ηθική ανύψωση των μαύρων.
3
Οι Σουδανοί είχαν ξεσηκωθεί με αρχηγό
τον Μάχντι κατά της αιγυπτοβρετανικής
κυριαρχίας στη χώρα τους. Η βρετανική
κυβέρνηση αποφάσισε να εγκαταλείψει
το Σουδάν θεωρώντας ότι δεν άξιζε τον
κόπο και το κόστος. Για αυτό έδωσε εντολή
στον στρατηγό Γκόρντον να οργανώσει
μια αποστολή εκκένωσης των Βρετανών
και Αιγυπτίων υπηκόων από την πρωτεύουσα
Χαρτούμ. Όμως εκείνος μόλις έφτασε
αποφάσισε να ασκήσει τη δική του πολιτική
πιστεύοντας ότι μπορεί να επικρατήσει
και οχυρώθηκε στην πόλη. Σύντομα βρέθηκε
πολιορκημένος με τις προμήθειες να
τελειώνουν. Η κυβέρνηση υποχρεώθηκε
να στείλει εκστρατευτικό σώμα υπό τον
στρατηγό Γούλσλεϊ που έφτασε όταν πια
το Χαρτούμ είχε πέσει και ο Γκόρντον
είχε σκοτωθεί. Στους επόμενους μήνες
οι Βρετανοί αποσύρθηκαν για να επιστρέψουν
10 χρόνια αργότερα με τον Λόρδο Κίτσενερ,
ο οποίος υπέταξε το Σουδάν μετά από
εκστρατεία τριών ετών, το 1898. Στην ταινία
‘Χαρτούμ’ (1966) ο Λόρενς Ολίβιε ενσάρκωσε
τον Μάχντι και ο Τσάρλτον Ίστον τον
στρατηγό Γκόρντον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου