Εξαρχής να σας πω ότι θα αναφερθώ σε δύο πράγματα. Πρώτα θα σας παρουσιάσω το βιβλίο της Άβρας Αβδή και μετά θα αναφερθώ σε ένα πρόβλημα που ενυπάρχει στη δική μου παρουσίαση.
Κοιτάζοντας τη συλλογή των διηγημάτων της Άβρας Αβδή συνολικά, κι όχι ένα-ένα μεμονωμένα, διαπιστώνουμε ότι ουσιαστικά πρόκειται για ένα βιβλίο που θα το χαρακτηρίζαμε ως συλλογή μιας «προσωπικής πορείας». Άλλωστε ο τίτλος «Μονοπάτια» παραπέμπει όχι μόνο στον στενό δρόμο που παίρνεις μόνος γιατί χωράει μόνον την περπατησιά ενός διαβάτη, αλλά και στην πορεία μέσα στα «μονοπάτια» της ζωής που μας τυχαίνουν ή που μας επιβάλλονται ή που επιλέγουμε να πορευτούμε.
Βέβαια, η κάθε πορεία προϋποθέτει αυτονόητα την παρουσία ενός υποκειμένου που πορεύεται. Στην περίπτωση της λογοτεχνίας, το υποκείμενο που πορεύεται είναι ένα «διπλό» πρόσωπο: ο/η συγγραφέας και ο ήρωας που επινοεί. Και δεν μιλώ για ταύτιση. Παραμένουν διακριτές οντότητες και ταυτόχρονα η μία υπεισέρχεται στην άλλη. Οι επινοημένοι ήρωες δεν είναι ποτέ απευθείας αντανακλάσεις του/της συγγραφέως. Συνήθως οι συγγραφείς «πραγματώνουν» υποκείμενα του λόγου, δημιουργούν ποιητικά υποκείμενα, μυθοπλαστικούς αφηγητές και ήρωες προβάλλοντας τις δικές τους επιθυμίες, τους φόβους και τις εμπειρίες πάνω στους ήρωές τους. Αυτό, λειτουργεί καθαρτικά γιατί η συγγραφή τούς επιτρέπει να εξερευνήσουν τον δικό τους ψυχισμό μέσα από τις ενέργειες και τις αποφάσεις του ήρωα, και ταυτόχρονα οι πλόες από βιωμένα γεγονότα στην ποιητική του/της συγγραφέως καλούν τον αναγνώστη σ' ένα ταξίδι που θα μπορούσε να είναι και δικό του.
Η σχέση του συγγραφέα με τους ήρωες που κατασκευάζει είναι μεγάλο θέμα που δεν λύνεται εύκολα ιδίως στο πλαίσιο μιας παρουσίασης.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση των διηγημάτων της Άβρας είναι εμφανές το αυτοβιογραφικό υπόστρωμα της προσωπικής πορείας της. Τα αυτοβιογραφικά στοιχεία της Άβρας ως κόρη, σύζυγος, μητέρα, αδερφή, μαθήτρια, εκπαιδευτικός, φιλόλογος, θεατροπαιδαγωγός κλπ είναι παρόντα σε όλες τις ιστορίες της. Η ποικιλία των προσωπικών της βιωμάτων ανιχνεύεται εύκολα σε όλες τις ιστορίες της. Μάλιστα η Άβρα δεν προσπαθεί καν να το κρύψει. Κι αυτό το γεγονός παρωθεί τον αναγνώστη των ιστοριών της να κατατάξει τη συλλογή των διηγημάτων της στη λεγόμενη «γυναικεία γραφή» 1. Έτσι τα διηγήματα της Άβρας προσλαμβάνονται ως αποσπάσματα ζωής, ως κείμενα ενός σύγχρονου «γυναικείου λόγου» που βέβαια βρίσκονται μακριά «από τις ροζ διαστρωματώσεις της αφήγησης»2. Είναι κείμενα που μεταφέρουν ιδέες και προβλήματα του καιρού μας, γυναικείες (κι όχι μόνο) ανησυχίες, διαπιστώσεις κι ερωτήματα για τους πολλαπλούς γυναικείους ρόλους, εξομολογητικές αναδρομές στο χρόνο, στις σχέσεις με τα οικεία πρόσωπα, σκέψεις για τη λογοτεχνία, την Ιστορία. Η έμφυλη συγγραφική ταυτότητα μοιάζει να είναι εμφανής. Άλλωστε, κατά πως είπε σε μια συνέντευξη που έδωσε η Σιμόν ντε Μπωβουάρ στην Alice Jardine, το μακρινό 1977 για την «γυναικεία γραφή»: «Από τη στιγμή που εμπλέκεις τον εαυτό σου ολοκληρωτικά στο γράψιμο ενός μυθιστορήματος, για παράδειγμα, ή ενός δοκιμίου, τότε εμπλέκεσαι ως γυναίκα [...] είσαι γυναίκα κι όλο αυτό περνάει στη γραφή. Αν γράφεις κάτι με το οποίο εμπλέκεσαι πραγματικά, δεν χρειάζεται να το σκέφτεσαι»3.
Ας δούμε λοιπόν σε ποια θέματα αγκυρώνεται η «γυναικεία ματιά» της Άβρας:
Μέτρησα λοιπόν 11 θεματικές: 1. Ο έρωτας 2. Το γυναικείο σώμα 3. Ο στοχασμός για τη διαμόρφωση του «εγώ». 4. Οι ισορροπίες εντός της οικογένειας. 5. Η συζυγική σχέση. 6. Οι φόβοι και οι φοβίες της μάνας. 7. Η απώλεια των αγαπημένων. 8. Οι ανθρώπινες σχέσεις. 9. Η σχέση με το φυσικό περιβάλλον. 10. Η ικανοποίηση από τη διδασκαλία. 11. Η αγωνία της γραφής.
Ας πάρουμε ένα ένα τα πεδία για να δούμε την ιδιαίτερη θεματική ποικιλία της συλλογής.
1. Έρωτας
Στο διήγημα «Ανακαίνιση» η συνάντηση με τον παιδικό έρωτα που δεν είναι δυνατόν να ενεργοποιηθεί, συνυπάρχει με το ερώτημα «Τι γυρεύω από τους άντρες και μου πάνε όλα στραβά;»
Στο διήγημα «Η φανουρόπιτα» το ίδιο ερώτημα διατυπώνεται ειρωνικά : «Μπορείς να βρεις τον έρωτα με μια φανουρόπιτα;»
Στο διήγημα «Δον Ζουάν τρόπον τινά», η μοναδική ανδρική αφήγηση ενός εβδομηντάρη γυναικά - ιδωμένη βεβαίως από γυναικείο μάτι - θηλυκώνεται με το αμέσως επόμενο διήγημα «Πενθήμερη εκδρομή» στη Νίσυρο όπου τρεις δυναμικές χήρες φίλες ξεδίνουν και εξομολογούνται τα προσωπικά τους με επίκεντρο τη σχέση με τους άντρες τους.
2. Η απώλεια αγαπημένων
Στο διήγημα «Εκδρομή στον Αχέροντα», μια εκδρομή γίνεται αιτία προσωπικής καταβύθισης στον κόσμο της μεταθανάτιας ζωής. Η συνάντηση με τον πεθαμένο πατέρα, αποδίδεται σε μια περιγραφή όπου το παιχνίδι του φωτός με τις σκιές, απηχεί την ομηρική κατάβαση στη Νέκυια της Οδύσσειας. Το παρελθόν σ’ αυτό το διήγημα γίνεται μια διάσταση του παρόντος.
Και σε ένα άλλο επίπεδο, στο διήγημα «Αποχωρισμοί», η ιστορία της θείας Κούλας και του θείου Γιάννη, τελειώνει με τη συγκλονιστική σκηνή του σκορπίσματος της στάχτης του νεκρού συζύγου με το εναπομείναν ίχνος της στάχτης στο μέτωπο της θείας της.
3. Στοχασμός για την διαμόρφωση του «εγώ»
Στο διήγημα «Το Καρναβάλι» η αφηγήτρια ανασύροντας παλιές φωτογραφίες και μάλιστα σε ηλικιακή σειρά (παιδί – έφηβος - ενήλικη) ενεργοποιεί τη μνήμη και συνειδητοποιεί τον χρόνο και την εσωτερική πορεία της προς την ωρίμανση.
Αντίστοιχα στο διήγημα «Εντολή» η αφηγήτρια συνδέεται με τις παλιότερες γυναίκες της οικογένειάς της με αφορμή ένα σημείωμα στο κουτί της γιαγιάς που διατηρεί τον ομφάλιο λώρο της εγγονής από τη στιγμή της γέννησης.
Ενώ στο διήγημα «Χοροποιός ήβη» περιγράφονται τα πρώτα σκιρτήματα της εφηβείας.
Στο «Η πίτα»: με αφορμή την κατασκευή πίτας, η μαγειρική γευστική μνήμη οδηγεί την αφηγήτρια να συνειδητοποιήσει το πέρασμα από το ρόλο της κόρης, στο ρόλο της νύφης και τελικά στο ρόλο της γιαγιάς.
Στο δε «Το θαυμαστικό», η φιλόλογος αφηγήτρια θυμάται τον δάσκαλο Χρήστο Τσολάκη που την σημάδεψε και μονολογεί αναλογιζόμενη για το δικό της αποτύπωμα στους μαθητές της.
4. Οι σχέσεις και οι ισορροπίες εντός της οικογένειας
Στο εξαιρετικό «Μάνα και κόρη» οι λόγοι μάνας - κόρης διασταυρώνονται με οξύτητα και θέτουν το ζήτημα για το πως αντιμετωπίζεται η σεξουαλικότητα της πλέον πενηντάρας μάνας και γιαγιάς.
Στο διήγημα «Η βιτρίνα», η ετοιμότητα για σύγκρουση νύφη-πεθεράς από την πρώτη φορά που η νύφη μπαίνει στο σπίτι της πεθεράς απορρίπτοντας την παλιακή επίπλωση και διακόσμηση του σπιτιού.
Στο δε «Ό,τι γράφει δεν ξεγράφει» περιγράφονται τα προβλήματα μιας νεαρής να αντιμετωπίσει το ρόλο της μάνας που συνδυάζονται με την ιστορία της γεωργιανής καθαρίστριας η οποία είναι θύμα οικογενειακής βίας την οποία μάλιστα την ανέχεται στωικά.
5. Οι φόβοι και οι φοβίες της μάνας
Στο διήγημα «Το κακό είναι αλλού»: ο φόβος και οι φοβίες μιας μάνας για το μεγάλο παντρεμένο γιο να μην πάθει κακό.
Ενώ στο «Οι θύρες της Αντίληψης» παρουσιάζεται η αγωνία της μάνας να διαχειριστεί τον έφηβο γιο που τα έχει μπλέξει με μια πενηντάρα φίλη της.
Στο δε διήγημα «Το κομοδίνο», η γκόμενα του γιου υποδέχεται τη μάνα του που έχει βαλθεί να τους χωρίσει.
6. Το γυναικείο σώμα
Στο διήγημα «Μια χαραμάδα φως» η πρωινή γυμναστική μιας γυναίκας που έχει πατήσει τα -ήντα γίνεται ευκαιρία σκέψεων με επίκεντρο το γυναικείο σώμα
«Το συλλογισμένο στήθος» αναπτύσσεται μια ιστορία εξερεύνησης του σώματος με επίκεντρο το στήθος με το καλόηθες ινοαδένωμα ως στοιχείο Έρωτα, θηλασμού, απογαλάκτισης, μαστογραφίας.
7. Η συζυγική σχέση
Στο διήγημα «Μυγάκια και Λαζαράκια» παρουσιάζονται οι γυναικείες εργασίες σε καιρό πανδημίας, ο εγκλεισμός και οι συζυγικές συζητήσεις το Σάββατο του Λαζάρου.
8. Οι ανθρώπινες σχέσεις και οι επιθυμία συναισθηματικής σύνδεσης
Στο «Συνδέσεις», οι ασκήσεις υποκριτικής με τη μέθοδο Μέισνερ δείχνουν πόσο δύσκολη είναι η σύνδεση με τον άλλο.
Στο «Αδελφές» αναπτύσσεται ένας υποτιθέμενος διάλογος δύο γυναικών που εμβαθύνουν στο ρόλο των δύο «αδελφών» σε ένα μάθημα αυτοσχεδιασμού το οποίο τελικά λειτουργεί ως τρόπος σύνδεσης και επαφής.
Στο «Σαν το ψάρι έξω από το νερό», η κλεισούρα της πανδημίας με έναν άντρα μονόχνωτο ενεργοποιεί την επιθυμία επαφής με άλλους ανθρώπους η οποία εκπληρώνεται με μια επίσκεψη στο ψαράδικο.
Και στο «Το παιχνίδι με το ΦΙ» μια σχέση τερματίζεται γιατί η φιλενάδα έχει κακό μάτι που δεν περνάει με το ξεμάτιασμα.
9. Η σχέση με το φυσικό περιβάλλον
Στα «Μονοπάτια του βουνού», ο περίπατος στη φύση λειτουργεί ως αντικαταθλιπτικό αλλά και ως δράση αποκάλυψη του νοήματος.
Στα «Μονοπάτια της θάλασσας», παρακολουθούμε την διεύρυνση του χρόνου σε ένα μονόλογο την ώρα που η αφηγήτρια μόνη απολαμβάνει το κολύμπι.
Στο περιπατητικό «Ερμαίος λόφος», η συνάντηση με ένα ερμαίο (στοιβαγμένες πέτρες σαν οδοδείχτες) γίνεται αφορμή να τεθούν ερώτημα όχι μόνο για το ποιος είναι αυτός ο άνδρας που τις δημιουργεί, αλλά και για το νόημα και τη σημασία μιας τέτοιας ενέργειας.
10. Η αγωνία της γραφής/εκμυστήρευσης
Στο «Η ιστορία που δεν γράφτηκε», η αγωνία της γραφής αποτυπώνεται στα ερωτήματα «ποιος είναι ο ήρωας;», «ποιος είμαι εγώ που γράφω;», «ποια είναι η σχέση μας;».
Στο «Το παιχνίδι της γραφής» πάλι η υποκριτική μέθοδος Μέισνερ χρησιμοποιείται μεταφερόμενη στη γραφή.
11. Η ικανοποίηση από τη διδασκαλίας
Στο διήγημα «Στο Σείριο υπάρχουνε παιδιά», η φιλόλογος παραδίδει διαδικτυακά μαθήματα σε ένα Ιρανό έφηβο πρόσφυγα. Από τον Νίκο Γκάτσο έως τον Λόρκα αναπτύσσεται η σχέση της δασκάλας με το μαθητή.
Και «Το βιβλίο της Σενέζ από το Αφγανιστάν», η φιλόλογος συμβάλει με τον τρόπο της ώστε η Σενέζ να γράψει το δικό της βιβλίο.
Βέβαια σε πολλά διηγήματα οι θεματικές συνδυάζονται και είναι δυνατόν να συναντήσουμε κείμενα που να καλύπτουν δύο ή και περισσότερες θεματικές περιοχές.
Κι ας έρθουμε στον τρόπο της κατασκευής των ιστοριών που αφορά το ύφος της γραφής της Άβρας Αβδή: κυκλικές ή μη γραμμικές αφηγήσεις, έμφαση στην προσωπική προοπτική και στο συναισθηματικό βάθος, μετακίνηση μεταξύ παρελθόντος και παρόντος, χρήση του συνεχούς διαλόγου, εκμετάλλευση ροής της συνείδησης που παράγει υποκειμενικότητα και ενδοσκόπηση, χρήση ζωντανών περιγραφών και αισθητηριακών λεπτομερειών. Βασικό χαρακτηριστικό της η θεατρικότητα που ορίζει το χώρο, καθορίζει τη μουσική υπόκρουση και τακτοποιεί τους ήρωες.
Θα αναρωτηθεί ίσως κάποιος «και γιατί αυτά είναι χαρακτηριστικά της ‘γυναικείας γραφής’;»
Προφανώς και δεν είναι. Υπάρχουν κείμενα γραμμένα από άντρες που κατασκευάζουν το έργο τους με αντίστοιχα χαρακτηριστικά και με αντίστοιχες θεματικές επιλογές. Κι όμως, δεν κάνουμε λόγο για μιὰ «αντρική γραφή». Εύκολα όμως το πράττουμε στο έργο γυναικών συγγραφέων. Υπάρχει μιὰ κριτική τάση να ξεχωρίζουμε την πραγμάτευση της λογοτεχνίας που γράφεται απὸ γυναίκες. Έτσι συχνά φτάνουμε να αντιμετωπίζουμε τη λογοτεχνία που γράφεται από γυναίκες λες και συνιστά μία «άλλη» λογοτεχνία. Ο όρος «γυναικεία γραφή» είναι αμφιλεγόμενος και εν τέλει προβληματικός. Από μόνος του αποτελεί ένα θεωρητικὸ πρόβλημα, όσο κι αν εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από πολλούς κριτικούς της λογοτεχνίας.4 Αυτό όμως μπορούμε τουλάχιστον να το μετριάσουμε αν έχουμε υπόψιν ότι μιλώντας για γυναικεία γραφή δεν πρέπει να βλέπουμε την «γυναίκα», ως ένα μαζικό υποκείμενο αλλά να προσεγγίζουμε κριτικά την ιδιαίτερη κατάσταση τής και τού κάθε συγγραφέα ξεχωριστά. Αυτό μας επιτρέπει να διερευνήσουμε το κάθε έργο με βάση την ξεχωριστή βιωμένη εμπειρία του /της συγγραφέως και να το αποτιμήσουμε όχι με βάση έμφυλα κριτήρια αλλά με βάση την ποιότητά του και το νόημα που αυτό συνεισφέρει στον κόσμο μας.
Και στην περίπτωση των διηγημάτων της Αβρας Αβδή, μπορώ να σας πω, ότι η συνεισφορά της είναι σημαντική. Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε ότι η συλλογή των διηγημάτων της είναι μια «ανοιχτή βεντάλια» ιστοριών. Μια βεντάλια με αφηγήσεις ζωής που μετατοπίζει τον αέρα και δροσίζει το πρόσωπο. Η συγγραφική της ευαισθησία μετατρέπει την ανάγνωση σε «διδασκαλία» για να θυμίσω τον αρχαίο όρο που χρησιμοποιούσαν και για το θέατρο.
Θα κλείσω μαρτυρώντας δύο προτιμήσεις και μία σκέψη:
Οι προτιμήσεις: θα ξεχωρίσω δύο διηγήματα τα οποία θεωρώ ξεχωριστά: «Το συλλογισμένο στήθος» και το «Ερμαίος λόφος».
Και μία σκέψη: ότι ετούτη η συλλογή διηγημάτων θα μπορούσε κάλλιστα, αν κάποιος περιόριζε και ενοποιούσε τα πρόσωπα, να μεταγραφεί και να μετατραπεί σε ένα μοντερνιστικό μυθιστόρημα. Μήπως να περιμένουμε κάτι τέτοιο στο μέλλον;
Θωμάς Ψύρρας
Λάρισα 17-10-2024
1 Δεν χρησιμοποιώ τον όρο «γυναικεία λογοτεχνία» ο οποίος παραπέμπει σε μια ειδικού τύπου «ροζ λογοτεχνία» γιατί εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με κάτι τέτοιο. Όπως παρατηρεί η Karen Van Dyck, τὸ ζήτημα του φύλου, όταν και εφόσον έγινε αντικείμενο κριτικής στην Ελλάδα, έλαβε «υποτιμητικὴ ή τουλάχιστον περιοριστικὴ έννοια». Karen Van Dyck, «Η Κασσάνδρα και οι Λογοκριτὲς στην ελληνικὴ ποίηση 1967-1990», Ἄγρα, Ἀθήνα 2002, σελ. 29
2 Ρέα Γαλανάκη, «Από τη ζωή στη λογοτεχνία», εκδόσεις Καστανιώτης, 2011
3 Χ. Λαμπριανίδη, «Η δι-εκδίκηση της Barbie. Δοκίμια για τη γυναικεία γραφή». Αθήνα, Κοχλίας, 2002, σ. 93.
4Δήμητρα Δημητρίου, Μια δική τους λογοτεχνία; γυναικεία γραφή μύθοι και πραγματικότητες περιοδικό Ακτή , σελ 196